Saturday, August 22, 2009

Διακοπές...

Ένα κείμενο-ωδή στις διακοπές. Τι και αν τελειώνουν; Κάθε στιγμή κάπου είναι καλοκαίρι!

"Η εργασία είναι εφεύρεση των σκοτεινών αιώνων της Ιστορίας. Του 19ου και του 20ού. Στη φύση µόνο δύο λειτουργίες συντελούνται. Η ανταλλαγή της ύλης και η διαιώνιση των ειδών. Η εργασία είναι άγνωστη. Η προπαγάνδα της εργασίας στην αγωνία της να εντοπίσει εργοτάξια στη φύση, κατέληξε στα έντοµα. Ονόµασε «εργάτριες» εκείνες τις βουλιµικές µέλισσες που αποβάλλουν στις κυψελωτές τουαλέτες τις υπερβολές της αδηφαγίας τους.
Η κοινή γνώµη ήταν πάντα κακή µε όσους εργάζονταν.

Μεταξύ των ρωµαλέων εκθαµβωτικού κάλλους και αρτιµελών θεών του Ολύµπου, µόνο ένας ξεχωρίζει µε την αναπηρία του: ο Ήφαιστος, ο θεός της εργασίας. Σύντροφοί του οι µονόφθαλµοι Κύκλωπες. Η Εργάνη Αθηνά και η Δήµητρα προστατεύουν τους εργαζόµενους αλλά δεν εργάζονται οι ίδιες. Οι Ήρωες των Ελλήνων επιδίδονται σε άθλους, ανδραγαθήµατα, κατορθώµατα, αλλά ουδέποτε καταδέχτηκαν να εργαστούν. Μόνο ο Ιάσων κάποτε σπέρνει, αλλά σπέρνει τι; Δόντια δράκοντος για να φυτρώσουν πάνοπλοι γίγαντες. Κάποτε γνέθει και ο Ηρακλής υπόδουλος της γυναικοµανίας του. Τι δουλειά κάνουν ο Ορέστης, ο Οιδίποδας, η Φαίδρα, η Μήδεια, η Αντιγόνη; Ένας εργαζόµενος εµφανίζεται στην «Ηλέκτρα» και τον παντρεύουν µε την οµώνυµη ηρωΐδα για να την ταπεινώσουν. Οι βοσκοί του Οιδίποδα τού σκάβουν τον λάκκο, για την ακρίβεια τον οδηγούν στην τύφλωση. Οι χειρώνακτες στην κωµωδία παρουσιάζονται άξεστοι, αγροίκοι, µοχθηροί, φοβικοί, ανασφαλείς και φλύαροι κορδακιζόµενοι. Τα “Έργα” του Ησίοδου προκαλούν στον αναγνώστη βαριά κατάθλιψη. Ο µύθος του «Τζίτζικα και µέρµηγκα» υµνεί την εργασία αλλά είναι προϊόν ενός ξεπεσµένου ελληνισµού.

Οι πρωτόπλαστοι τιµωρούνται µε ισόβια δουλειά. Ο εργαζόµενος Χριστός αποβλέπει στη φτηνή κολακεία των κατώτερων τάξεων. Στην µεγάλη εικονογραφία ουδέποτε τον βλέπουµε να δουλεύει. Αυτόν και τους µαθητές του. Θαυµατοποιοί και οπτασιαστές καταγίνονται µε µεταµορφώσεις, αναλήψεις και αναστάσεις για να αποφύγουν το µαραγκούδικο και το ψάρεµα. Ανάµεσα στους αγίους της Χριστιανοσύνης, στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνεργοι, προβάλει ο κοψοχέρης Άγιος Τρύφων, που είχε την απρονοησία να αµπελουργεί.

Στην µεσαιωνική µικρογραφία, ευνοούµενοι εργαζόµενοι είναι οι δεσµοφύλακες, οι βασανιστές και οι δήµιοι. Στους βασικούς τύπους της Κοµέντια Ντελ Άρτε συγκαταλέγεται το αιώνιο κορόιδο, ο ερωτοπαθής Πιερότος µε την εργατική φόρµα του φούρναρη, καταγέλαστος και πάντα εξαπατηµένος από τον σκανταλιάρη και τεµπέλη Αρλεκίνο.

Στο σαιξπηρικό θέατρο, µόνο ένας δουλεύει επί σκηνής. Ο νεκροθάφτης της Οφηλίας. Πρέπει να φτάσουµε στους Ροµαντικούς για να υµνηθεί ο κόσµος της εργασίας. Ο Ουγκώ έγραψε τους «Εργάτες της θάλασσας» µετά από πολυετή εξορία, θλίψη και µόνωση. Οι αδελφοί Καραµαζώφ, ο Ρασκόλνικωφ και ο Ηλίθιος είναι αργόσχολοι αεροκοπανιστές. Ο γκρίζος ρεαλισµός, γέννηµα του πολέµου και της φιληδονίας επιχείρησε να παινέσει την εργασία. Αλλά, «Οι µοντέρνοι καιροί» του Τσάπλιν, έδωσαν οριστικό τέλος στην απόπειρα.

«Εµπρός της γης οι κολασµένοι...» θρηνεί ο εργατικός ύµνος. Τα τάγµατα εξοντώσεως του Κεµάλ ονοµάζονταν τάγµατα εργασίας. Στην Τσινετσιτά, ένας εργάτης πρωταγωνιστεί σε χιλιάδες µέτρα φιλµ, ο Μουσολίνι. «Η εργασία απελευθερώνει» έγραφε η είσοδος του Νταχάου. Ο Στάλιν ανακάλυψε τον σταχανοφισµό, ένα σύστηµα για να καταµετρώνται οι εργατικές επιδόσεις. Όπως κάθε σύστηµα µέτρησης, έχει ανάγκη από ένα βαθµό µηδέν. Ποιος είναι; Ο χρόνος των διακοπών. Τον παγίωσε, τον επέβαλε η µεταπολεµική αναπτυξιακή φρενίτιδα. Αλλά όπως κάθε µηδέν, είναι φασµατική ιδεοληψία, κάτι ανύπαρκτο.

Για να βιωθεί ο βαθµός µηδέν της εργασίας, ο χρόνος των διακοπών δηλαδή, απαιτούνται µεγέθη Ολυµπίων, άθλοι ηρώων, θυσίες µαρτύρων, τραγική µοίρα, διονυσιακή µανία, µεσαιωνική αντίληψη, ροµαντική ουτοπία, χιτλερικά στρατόπεδα, σταλινικά γκούλακ. Προσπαθήστε."

πηγή

1 comment:

Anonymous said...

Σωκράτης έλεγεν ότι η αργία αδελφή της ελευθερίας εστί.

Και μαρτύριον έλεγε:

ανδρειοτάτους και ελευθεριωτάτους ινδούς και πέρσας αμφοτέρους,

δε προς χρηματισμόν αργοτάτους είναι.

Φρύγας δε και Λυδούς εργατικωτάτους, δουλεύειν δε.