Κείμενο του καθηγητή Βένιου Αγγελόπουλου, που
αντικατοπτρίζει πλήρως τις σκέψεις και τα συναισθήματα για τη δολοφονία του μαθητή.
"Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος. Νεκρός από αστυνομικές σφαίρες. Δεκαπέντε χρονώ. Οπως ο Μιχάλης Καλτεζάς.
Χειρότερα από τον Πέτρουλα, την Κανελλοπούλου, τον Κουμή. Σκοτώθηκαν μέσα στην αναμπουμπούλα μιας κυνηγημένης διαδήλωσης. Εδώ εν ψυχρώ.
Χειρότερα από τον Λαμπράκη. Αυτόν κάποιοι τον ήθελαν νεκρό. Τον Αλέξανδρο κανένας.
Εξάλλου ο υπουργός ζήτησε συγγνώμη και υπέβαλε παραίτηση. Μη αποδεκτή. Και καταδίκασε το μεμονωμένο περιστατικό.
Μεμονωμένο.
Οπως το ξύλο που έτρωγε από τα ΜΑΤ ο φοιτητής που τον άρπαξαν από τη διαδήλωση την περασμένη βδομάδα.
Οπως η ζαρντινιέρα που λιάνισε τον Αυγουστίνο μπροστά στις κάμερες.
Οπως οι απανθρακωμένοι στον ύπνο τους κρατούμενοι σε φυλακές και κρατητήρια, τουλάχιστον τέσσερις τα τελευταία χρόνια, για τους οποίους κανείς δεν λογοδότησε: ας πρόσεχαν...
Ή οι δεκάδες φυλακισμένοι που αυτοκτόνησαν.
Ή οι μετανάστες που τσουβαλιάζονται σαν ζώα, στη χώρα που έχει στείλει μετανάστες σε κάθε μεριά του πλανήτη.
Ή οι Πακιστανοί που τους απήγαγαν και τους ανέκριναν ξένες υπηρεσίες.
Ή οι γέροι κι οι άρρωστοι, που δεν τους πληρώνουν φάρμακα τα Ταμεία, γιατί δεν έχουν λεφτά: δεν περισσεύουν, τα τρώνε οι τράπεζες, οι μίζες των εξοπλισμών και οι καλόγεροι.
Ή τα νοσοκομεία χωρίς κρεβάτια, χωρίς προσωπικό όταν έχουν εξοπλισμό, χωρίς εξοπλισμό όταν έχουν προσωπικό.
Ή την Παιδεία, στραγγαλισμένη οικονομικά, θεσμικά, γραφειοκρατικά, προς απροκάλυπτο όφελος ιδιωτικών συμφερόντων (λέγε με Κολέγια, λέγε με εμπόριο πτυχίων). Κι ας τρίζουν τα κόκαλα του Παπανούτσου.
Χιλιάδες μεμονωμένα περιστατικά. Μικρά και μεγάλα. Αμέτρητα. Για τα οποία κανένας υπεύθυνος δεν ζήτησε ποτέ συγγνώμη -αν δεν περηφανεύτηκε κιόλας. Αν οι λέξεις έχουν κάποιο νόημα, μεμονωμένη είναι η σημερινή υπουργική συγγνώμη. Και μόνον.
Θέλουν λέει λιγότερο κράτος. Ψέματα -ή κάτι χειρότερο: μισή αλήθεια. Θέλουν λιγότερο κράτος πρόνοιας, περισσότερο κράτος καταστολής. Ασύστολης καταστολής. Λιγότερο κράτος προστασίας για τους αδύνατους, περισσότερο κράτος συμπίεσής τους προς όφελος των ισχυρών. Κράτος στην υπηρεσία τους, για να διευκολύνει τις πελατειακές σχέσεις και την εξαγορά συνειδήσεων, να τσακίζει όσους τολμούν να αντιδράσουν -αφήνοντας όμως και κάποιους άθικτους ώστε να φαίνεται η μεγαλοψυχία του.
Κράτος με τονωτικές ενέσεις, με αφιονισμό των οργάνων του: Εσείς είστε το κράτος, είστε οι πραίτορες (οι πραιτοριανοί εννοούσε) της δημοκρατίας, έλεγε κάποιος. Και τους όπλισαν τα χέρια, και να σου ο καουμπόης: «Με είπες μαλάκα, ρε;» Μπαμ και κάτω.
Και ο μεν δράστης κάπως θα την πληρώσει, έστω και για τα μάτια του κόσμου. Θα του πούνε (και στους συναδέλφους του) «είπαμε ασυδοσία, αλλά υπάρχουν και όρια». Οπως είχε πει κάποιος, «είπαμε, ένα δωράκι στον εαυτό σας, αλλά με μέτρο». Ο καθείς στα όριά του, η ιεραρχία πρέπει να τηρείται, ακόμη και στη βία, στη διαφθορά, στο έγκλημα. Αλλο ειδικός φρουρός κι άλλο πιλότος βομβαρδιστικού: αν σκοτώσεις αρκετούς αμάχους, γίνεσαι και ήρωας πολέμου και υποψήφιος πρόεδρος της Αμερικής.
Αλλά αν την πληρώσει ο δράστης λύθηκε τίποτα; Θα πάψουν διάφορα κυκλώματα και άτομα της αστυνομίας να πουλάνε προστασία σε χασισοφυτείες, ναρκω-έμπορους, νυχτερινά κέντρα, εμπόρους λευκής σαρκός; Ή να πουλάνε τσαμπουκά σε πολίτες, μετανάστες, νεολαίους, σκοτώνοντας κιόλας άμα λάχει; Τι το θέλουμε το κράτος, να μας προστατεύει ή να μας σκοτώνει;
Οχι, δεν θέλουμε αυτό το κράτος, το βαθύ κράτος, παιδί του χουντικού κράτους, εγγόνι του εμφυλιακού, δισέγγονο του μεταξικού και του κατοχικού κράτους, που ουδέποτε υπέστη κάθαρση, προσφεύγοντας διαρκώς σε στιγμιαία στις διάφορες μεταλλάξεις του.
Ξέροντας τι δεν θέλουμε, εμείς οι πολλοί, οι πολίτες, οι αποκάτω, ξέρουμε σε χοντρές γραμμές τι θέλουμε. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι πώς θα το αποκτήσουμε, πώς θα απαλλαγούμε από το σημερινό άγος.
Σαφώς αν δεν υπάρξουν αντιδράσεις, ο υπόγειος φασισμός θα επιβληθεί. Ο φασισμός του φόβου και του εσωτερικού χωροφύλακα, που οδηγεί στην ανακουφιστική σκέψη «ευτυχώς δεν ήταν το δικό μου παιδί». Η αυτοπαγίδευση στη συμμετρία «πρόκειται για αναρχικούς και αστυνομικούς σε έναν πόλεμο που δεν μας αφορά». Ο εφησυχασμός της ουράς μας απέξω, που οδηγεί στην ενίσχυση του οπλισμένου τμήματος του κράτους και αντίστροφα στην περιθωριοποίηση όλο και περισσότερων νέων.
Σίγουρα δεν αποτελεί λύση για την κοινωνική κρίση η τυφλή βία για την πυρπόληση καταστημάτων. Αλλά το παιδί σου και το σκυλί σου όπως τα μάθεις είναι. Γιατί απαιτούμε από τους νέους να δώσουν λύση εκεί που εμείς δεν δώσαμε, να συμπεριφερθούν αλλιώς απ' ό,τι τους διδάξαμε; Κοινωνική αναλγησία το κράτος διδάσκει, τα εμπορικά που κάηκαν οι τράπεζες τα είχαν γονατίσει πρώτα - γονατίσει αλλά όχι σκοτώσει, για να μπορούν να συνεχίσουν να τα εκμεταλλεύονται.
Ως κοινωνία, ό,τι σπείρεις θερίζεις. Στο ερώτημα «πώς θα αποφύγουμε τα έκτροπα;» η πρώτη απάντηση θα 'ναι «καταρχήν μη μας σκοτώνετε». Και θα απαιτήσουμε τέτοια αλλαγή στις δομές ώστε ούτε οι αστυνομικοί να σκοτώνουν ούτε οι νέοι να εξωθούνται στην απελπισία.
Από ποιον να απαιτήσουμε; Από όλους.
Ακόμη κι από την κυβέρνηση, παρότι αμφιβάλλω πως έχει τίποτα άλλο να προσφέρει πέρα από την καλή ανατροφή του υπουργού της, παρότι όλα δείχνουν πως ούτε θέλει ούτε μπορεί κάτι ν' αλλάξει και πως το μόνο που την ενδιαφέρει είναι πώς θα τη σκαπουλάρει, βρίσκοντας κάποιους αποδιοπομπαίους τράγους.
Από όσους έχουν κάποιο υπεύθυνο πόστο, σε κόμματα, συνδικάτα, οργανώσεις, Τύπο, θεσμούς, αντιθεσμούς, να προτείνουν και να οργανώσουν τα βήματα που χρειάζονται. Για την ανατροπή -ή την επανίδρυση- (διαλέξτε, το ίδιο κάνει, μην παίζουμε με τις λέξεις όταν κινδυνεύουν οι έννοιες) της αστυνομίας (και του σημερινού κράτους γενικότερα). Τι λένε; Αφοπλισμός της αστυνομίας; Κατάργηση των ειδικών φρουρών; Αντικατάσταση των χημικών αερίων; Αλλαγή της ποιότητας και του χρόνου εκπαίδευσης; Καρότο και μαστίγιο για τους ήδη υπηρετούντες που «τρεις κι εξήντα παίρνουνε και τον κόσμο δέρνουνε»; Αν δεν έχουν τίποτε να πουν παρά σωστές γενικότητες και ρουτινιάρικες αντιδράσεις (ή «ψηφίστε μας να σας σώσουμε»), καιρός να αφήσουν τις καρέκλες τους ως ευδοκίμως υπηρετήσαντες. Θα βρεθούν νεότεροι, πιο φρέσκοι, να τους αντικαταστήσουν -η φύση απεχθάνεται το κενό. Με λιγότερη εμπειρία ίσως, αλλά περισσότερη τόλμη και φαντασία - ελπίζουμε.
Από μας τους ίδιους, τους πολλούς. Συνειδητοποιώντας ότι ούτε ο φόβος ούτε η προσωπική τρύπα προσφέρουν λύση, ιδίως όταν οι βεβαιότητες καταρρέουν. Οτι χρειάζεται να επιβάλουμε τον σεβασμό και την αξιοπρέπεια γύρω μας, ακόμη κι απέναντι σ' αυτούς που με πάθος πολεμάμε την πρακτική τους -για να μη γίνουμε το ίδιο μ' αυτούς. Οτι απαιτείται αντίσταση, άρνηση, απειθαρχία. Αντίδραση στα κακώς κείμενα αντί μοιρολατρίας. Συλλογικά οργανωμένη.
Αυτό είναι το όχημα για την αλλαγή της μοίρας μας. Και, καθώς κάθε όχημα θέλει καύσιμα, κινητήρια δύναμη το συναίσθημα. Το πάθος. Η οργή που συλλογικά συμμεριζόμαστε, που βλέπουμε στα απέναντι μάτια. Οργή οργανωμένη, όχι σε προσωπικό ούτε σε παρεϊκό επίπεδο, αλλά στη μέγιστη δυνατή συλλογικότητα."